Εγκύκλιο του Σεβ. Μητροπολίτου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγενίου για το Άγιον Πάσχα 2018


Εγκύκλιο του Σεβ. Μητροπολίτου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγενίου για το Άγιον Πάσχα 2018

Χρι­στός Ἀ­νέ­στη! Ἀ­γα­πη­τά μου παι­διά τῆς Το­πι­κῆς μας Ἐκ­κλη­σί­ας. «Πάσχα Κυ­ρί­ου, Πάσχα».

   Γιά μί­α ἀ­κό­μη φο­ρά στήν ἱ­στο­ρί­α, κα­τά τό σω­τή­ριον ἔ­τος 2018, τό Φῶς τῆς Ἀ­να­στά­σε­ως ἔρ­χε­ται νά δι­α­λύ­σει τά σκο­τά­δια τοῦ κό­σμου καί νά φω­τί­σει καί τά πιό ἀ­πό­με­ρα ση­μεῖ­α στά φυλ­λο­κάρ­δια τῶν Χρι­στια­νῶν. Καί ὅ­λοι ἐ­μεῖς, οἱ ἄν­θρω­ποι πού συν­δε­ό­μα­στε μέ αὐ­τό τό κοι­νό χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό, τήν χρι­στε­πω­νυ­μί­α καί τήν Πί­στη στόν Χρι­στό καί τήν Ἀ­νά­στα­σή Του, ἀ­να­νε­ώ­νο­με σή­με­ρα τήν ἐλ­πί­δα μας καί λαμ­βά­νο­με θάρ­ρος καί ἀ­παν­το­χή γιά τήν συ­νέ­χεια τοῦ ἀ­γώ­να μας. Λαμ­βά­νο­με «φῶς ἐκ τοῦ ἀ­νε­σπέ­ρου φω­τός», κα­θα­ρί­ζον­τας τίς αἰ­σθή­σεις μας, γιά νά προ­ευ­τρε­πί­σο­με τίς λαμ­πά­δες στά χέ­ρια μας, προ­ε­τοι­μα­ζό­με­νοι ἐ­σχα­το­λο­γι­κά γιά τήν ἔ­λευ­ση τοῦ Νυμ­φί­ου καί τήν προ­σω­πι­κή μας συ­νάν­τη­ση μα­ζί Του, προ­κει­μέ­νου νά εἰ­σέλ­θο­με στήν χα­ρά Του πού ἐ­πε­κτεί­νε­ται αὐ­τό­μα­τα, καί ἤ­δη ἀ­πό «σή­με­ρον», σέ δι­κή μας χα­ρά καί δι­ώ­χνει τήν ἀ­πελ­πι­σί­α, τόν ψυ­χι­κό μας τά­ρα­χο καί τήν ἀ­πό­γνω­ση.

   Γι­ορ­τή χα­ρᾶς καί ἐλ­πί­δας ἡ ση­με­ρι­νή. Καί οἱ Χρι­στια­νοί δέν δι­και­ού­μα­στε νά ζοῦ­με χω­ρίς χα­ρά καί ἐλ­πί­δα, ἀ­φοῦ αὐ­τά μᾶς πρό­σφε­ρε μέ τήν Ἀ­νά­στα­σή Του ὁ Χρι­στός μας, ὄ­χι ἁ­πλά ὡς δυ­να­τό­τη­τα καί προ­ο­πτι­κή, ἀλ­λά ὡς προ­σω­πι­κό ὀν­το­λο­γι­κό γε­γο­νός πού βι­ώ­νε­ται στό δια­ρκές πα­ρόν τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί τοῦ κά­θε μέ­λους Της, ὅ­λων ἐ­μᾶς δη­λα­δή πού προ­σκυ­νοῦ­με τήν Ἀ­νά­στα­ση τοῦ Με­γά­λου Εὐ­ερ­γέ­τη μας. Ὅ­λων ἐ­μᾶς, πού ἀ­να­γνω­ρί­ζο­με μέ ἀ­γαλ­λί­α­ση ὅ­τι «ἦλ­θε διά τοῦ Σταυ­ροῦ χα­ρά ἐν ὅ­λῳ τῷ κό­σμῳ» καί ἑ­ορ­τά­ζο­με εὐ­φρό­συ­να «Θα­νά­του νέ­κρω­σιν», «ᾍ­δου τὴν κα­θα­ί­ρε­σιν» καί «ἄλ­λης βι­ο­τῆς, τῆς αἰ­ω­νί­ου ἀ­παρ­χήν». Ὅ­λων ἐ­μᾶς, πού ἀ­νή­κο­με στήν Ἐκ­κλη­σί­α καί πι­στεύ­ο­με ὅ­τι ἡ Ἀ­νά­στα­ση δέν εἶ­ναι ζη­τού­με­νο ἀλ­λά πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, ὅ­τι ἡ αἰ­ω­νι­ό­τη­τα δέν εἶ­ναι φαν­τα­σί­α ἀλ­λά προσ­δο­κί­α, στε­ρε­ω­μέ­νη στήν βά­ση τῆς πί­στε­ως στήν Ἀ­νά­στα­ση τοῦ Χρι­στοῦ, ἡ ὁ­ποί­α μᾶς πα­ρέ­χει τήν βε­βαι­ό­τη­τα καί τῆς δι­κῆς μας ἀ­νά­στα­σης.

   Ἀρ­κεῖ νά κα­τα­λά­βο­με κά­πο­τε αὐ­τό, πώς ὁ Χρι­στός δέν σταυ­ρώ­θη­κε καί δέν ἀ­να­στή­θη­κε γιά τόν Ἑ­αυ­τό Του, ἀλ­λά «δι᾿ ἡ­μᾶς ἑ­κών», γιά ἐ­μᾶς καί μέ τήν Θέ­λη­σή Του, γιά ὅ­λους μα­ζί καί γιά τόν κα­θέ­να προ­σω­πι­κά, γιά ὅ­λους πού πο­ρευ­ό­μα­στε πρός Ἐ­κεῖ­νον παίρ­νον­τας τε­λι­κά μα­ζί μας μό­νο τό ὄ­νο­μά μας. Προ­σω­πι­κό μας λοι­πόν γε­γο­νός καί ἔ­τσι τό ζοῦ­με. «Ἐ­σταυ­ρώ­θης δι᾿ ἐ­μέ, ἵ­να ἐ­μοὶ πη­γά­σῃς τὴν ἄ­φε­σιν», τοῦ ψά­λα­με τό βρά­δυ τῆς Με­γά­λης Πέμ­πτης. Καί ἀ­πό­ψε Τοῦ εἴ­πα­με ὅ­τι Ἐ­κεῖ­νος εἶ­ναι «ὁ τοῖς πε­σοῦ­σι πα­ρέ­χων ἀ­νά­στα­σιν». Αὐ­τοί οἱ «πε­σόν­τες» καί «πί­πτον­τες» δέν εἶ­ναι ἄλ­λοι ἀ­πό ἐ­μᾶς τούς ἴ­διους, πού χαι­ρό­μα­στε μέ αὐ­τήν πλέ­ον τήν δια­ρκῆ δυ­να­τό­τη­τα τῆς ἀ­νόρ­θω­σής μας ἀ­πό τήν πτώ­ση.

   Αὐ­τό ἄλ­λω­στε ση­μαί­νει Ἀ­νά­στα­ση. Μπο­ροῦ­με νά ση­κω­νό­μα­στε ἀ­πό τίς πτώ­σεις, ὅ­ποι­οι καί ἄν εἴ­μα­στε καί ὅ,τι καί ἄν εἴ­μα­στε, ἀρ­κεῖ νά θέ­λο­με νά ἐμ­πι­στευ­θοῦ­με τήν Χά­ρη τοῦ Θε­οῦ πού μᾶς φρο­νη­μα­τί­ζει, πού θε­ρα­πεύ­ει τίς ἀ­σθέ­νει­ές μας καί ἀ­να­πλη­ρώ­νει τίς ἐλ­λεί­ψεις μας. Δέν ὑ­πάρ­χει ἁ­μαρ­τί­α πού νά ξε­περ­νᾶ τό μέ­γε­θος τῆς φι­λαν­θρω­πί­ας τοῦ Θε­οῦ. Νά τό νοι­ώ­σο­με αὐ­τό ἐ­πι­τέ­λους. Δέν ὑ­πάρ­χει τί­πο­τε πού νά μπο­ρεῖ νά μᾶς κρα­τά­ει μα­κρυ­ά Του, πού νά μᾶς ἀ­πο­ξε­νώ­νει τῆς ἀ­γά­πης Του, πού νά δι­α­τα­ράσ­σει τήν σχέ­ση μας, πού νά μᾶς κρα­τᾶ δέ­σμιους σέ ἐμ­πά­θει­ες, μί­ση, δι­χό­νοι­ες, ἀλ­λη­λο­σπα­ραγ­μούς, πο­λέ­μους μέ­σα μας καί γύ­ρω μας. Δέν ὑ­πάρ­χει τί­πο­τε πού νά μπο­ρεῖ νά μᾶς στε­ρεῖ νά σπεύ­δο­με κον­τά Του «οἱ κο­πι­ῶν­τες καὶ πε­φορ­τι­σμέ­νοι» αὐ­τῆς τῆς ζω­ῆς. Γνω­ρί­ζει ἀ­πό σταυ­ρούς ὁ Ἐ­σταυ­ρω­μέ­νος καί δί­δει τήν δυ­να­τό­τη­τα στούς σταυ­ρω­μέ­νους νά ἀ­να­στη­θοῦν, ἀρ­κεῖ νά θέ­λουν καί νά συ­νερ­γή­σουν. Για­τί πάν­το­τε, Αὐ­τός ὁ Με­γά­λος Συ­νο­δοι­πό­ρος μας στόν πό­νο, σέ­βε­ται τήν ἐ­λευ­θε­ρί­α πού μᾶς ἔ­δω­σε καί ἀ­να­μέ­νει τήν ἀ­γα­θή προ­αί­ρε­σή μας γιά νά μᾶς χα­ρί­σει, κα­τά τό μέ­γα Του ἔ­λε­ος, τή στορ­γή τῆς ἀγ­κα­λιᾶς Του.

   Γι­ορ­τή λοι­πόν χα­ρᾶς καί ἐλ­πί­δας ἡ ση­με­ρι­νή. Καί ὅ­λοι ἐ­μεῖς πού τήν ἑ­ορ­τά­ζο­με, αὐ­τήν τήν χα­ρά καί αὐ­τήν τήν ἐλ­πί­δα προ­σευ­χη­τι­κά με­τα­λαμ­πα­δεύ­ο­με καί σέ ὅ­λους ἐ­κεί­νους τούς ἀ­δελ­φούς μας, τά ὅ­που γῆς παι­διά τοῦ Θε­οῦ, πού πά­σχουν, πού ὀ­δυ­νῶν­ται, πού γί­νον­ται κα­θη­με­ρι­νά θύ­μα­τα βί­ας, πού κα­ταρ­ρα­κώ­νε­ται ἡ ὑ­πό­στα­ση καί τσα­λα­κώ­νε­ται ἡ ἀ­ξι­ο­πρέ­πειά τους, πού κα­ταρ­γοῦν­ται τά δι­και­ώ­μα­τά τους, πού ἀ­ναγ­κά­ζον­ται νά γί­νουν πρό­σφυ­γες, με­τα­νά­στες, κυ­ρι­ο­λε­κτι­κά ἀν­τι­κεί­με­να πα­ρά­νο­μης ἐμ­πο­ρί­ας, δοῦ­λοι σέ κυ­ρί­ους ἀ­νε­ξέ­λεγ­κτους, πού με­τα­τρέ­πον­ται ἀ­πό πρό­σω­πα σέ ἀ­ριθ­μούς.

   Ἰ­δι­αι­τέ­ρως ἐλ­πί­ζον­τας σέ ἕ­να κα­λύ­τε­ρο αὔ­ριο, προ­σευ­χό­μα­στε γιά τά ἀ­θω­ό­τε­ρα θύ­μα­τα ἐκ­με­τάλ­λευ­σης καί ἐκ­φο­βι­σμοῦ, τά παι­διά μας. Προ­σευ­χό­μα­στε γιά τήν ἀ­νά­στα­ση τῆς Πα­τρί­δας μας, πού ἐ­ξα­κο­λου­θεῖ νά σταυ­ρώ­νε­ται, γιά τούς συ­ναν­θρώ­πους πού ὑ­πο­φέ­ρουν ἀ­πό τήν κρί­ση καί προσ­δο­κοῦν μιά ἀ­να­στά­σι­μη ἔ­ξο­δο ἀ­πό αὐ­τήν. Ἀλ­λά καί ὁ νοῦς μας κι­νεῖ­ται δια­ρκῶς πρός ἐ­κεί­νους τούς τό­πους, ὅ­που ἐ­πι­χει­ρεῖ­ται βί­αι­η ἐκ­δί­ω­ξη κά­θε χρι­στι­α­νι­κῆς πα­ρου­σί­ας. Ἐ­κεί­νους τούς τό­πους, ὅ­που δο­κι­μά­ζε­ται τε­λι­κά ἡ ἀν­θρω­πιά καί πού με­τα­τρέ­πε­ται ἀ­πό τή μιά στιγ­μή στήν ἄλ­λη ἡ ζω­ή σέ κό­λα­ση, τούς τό­πους πού κα­τα­στρέ­φον­ται οἰ­κο­λο­γι­κά. Προ­σευ­χό­μα­στε λοι­πόν γιά ὅ­λους καί γιά ὅ­λα καί δέν ἀ­πελ­πι­ζό­μα­στε, για­τί πι­στεύ­ο­με στόν Ἀ­να­στάν­τα Χρι­στό πού δι­α­σχί­ζει τήν Ἱ­στο­ρί­α.

   Ἀ­γα­πη­τά μου παι­διά, ἀ­δέλ­φια καί φί­λοι, γιά μί­α ἀ­κό­μη φο­ρά δι­α­κη­ρύσ­σο­με, μέ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τή στεν­τό­ρεια φω­νή πού ἐ­γεί­ρει συ­νει­δή­σεις, πώς εἴ­ναι γι­ορ­τή χα­ρᾶς καί ἐλ­πί­δας γιά ὅ­λους ἡ ση­με­ρι­νή. Γι᾿ αὐ­τό μπο­ρεῖ νά τήν ἀ­πο­λαμ­βά­νει «εἴ τις εὐ­σε­βὴς καὶ φι­λό­θε­ος»,  «εἴ τις εὐ­γνώ­μων», «εἴ τις ἔ­κα­με νη­στε­ύ­ων», «εἴ τις ἀ­πὸ τῆς πρώ­της ὥ­ρας εἰρ­γά­σα­το», ἀλ­λά καί «εἴ τις εἰς μό­νην ἔ­φθα­σε τὴν ἑν­δε­κά­την». Ἀ­φοῦ, ὅ­πως μᾶς το­νί­ζει ὁ ἱ­ε­ρός Χρυ­σό­στο­μος, «φι­λό­τι­μος ὢν ὁ Δε­σπό­της, δέ­χε­ται τὸν ἔ­σχα­τον, κα­θά­περ καὶ τὸν πρῶ­τον. ... Καὶ τὸν ὕ­στε­ρον ἐ­λε­εῖ, καὶ τὸν πρῶ­τον θε­ρα­πε­ύ­ει». Πῶς λοι­πόν νά μή χαι­ρό­μα­στε καί πῶς νά μήν ἐλ­πί­ζο­με; Πῶς νά μήν «πε­ρι­πτυσ­σό­μα­στε ἀλ­λή­λους ἐν χα­ρᾷ» σή­με­ρα, ἀ­φοῦ ἔ­γι­ναν τό­σα χα­ρο­ποι­ά καί ἐλ­πι­δο­φό­ρα γιά ὅ­λους ἐ­μᾶς, χω­ρίς δι­α­κρί­σεις, δι­α­χω­ρι­σμούς, δι­χα­σμούς, χω­ρίς σύ­νο­ρα, φο­βι­κά σύν­δρο­μα καί στε­γα­νά;

   Αὐ­τήν τήν χα­ρά καί αὐ­τήν τήν ἐλ­πί­δα ἱ­ε­ρουρ­γοῦ­με μέ­σα στήν Ἁ­γί­α μας Ἐκ­κλη­σί­α δια­ρκῶς καί αὐ­τήν ἐκ­πέμ­πο­με ὡς Ἅ­γιο Φῶς ἀ­πό τόν Πα­νά­γιο Τά­φο τοῦ Χρι­στοῦ μας, ἀ­πό κά­θε Ἁ­γί­α Τρά­πε­ζα, σέ κά­θε Θεί­α Λει­τουρ­γί­α, καί ἰ­δι­αί­τε­ρα αὐ­τήν τήν «σω­τή­ριον καὶ φω­ταυ­γῆ» στιγ­μή τῆς πο­ρεί­ας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας στούς αἰ­ῶ­νες.

   Καί αὐ­τό θέ­λο­με νά σᾶς ἀ­πευ­θύ­νο­με ὡς πα­τρι­κή προ­τρο­πή μέ ὅ­λη τήν ἀ­γά­πη μας καί μέ τήν κα­λή ἀ­γω­νί­α τοῦ πνευ­μα­τι­κοῦ πα­τέ­ρα καί Ἐ­πι­σκό­που σας. Νά δί­νο­με τό­πο μέ­σα μας μό­νο σέ αὐ­τά πού μᾶς προ­σφέ­ρουν χα­ρά καί ἐλ­πί­δα, ἐμ­πι­στευ­ό­με­νοι τά ἄλ­λα στήν ἀ­γά­πη, τήν πρό­νοι­α καί τό ἔ­λε­ος τοῦ Θε­οῦ. Ὅ­λες οἱ πε­ρι­στά­σεις τῆς ζω­ῆς μας μπο­ροῦν νά γί­νουν πη­γές καί ἀ­φορ­μές πνευ­μα­τι­κῆς χα­ρᾶς, ἄν δέν στα­θοῦ­με στό ὀ­δυ­νη­ρό τους φαι­νό­με­νο καί ἄν δε­χθοῦ­με τήν εὐ­λο­γί­α τῆς πα­ρα­χώ­ρη­σής τους ὡς ἀ­φορ­μή νά γί­νο­με κα­λύ­τε­ροι, δυ­να­τό­τε­ροι καί ἁ­γι­ώ­τε­ροι.

   Σᾶς εὐ­χό­μα­στε αὐ­τήν τήν εὐ­λο­γη­μέ­νη ὥ­ρα, χρό­νια πολ­λά, εἰ­ρη­νι­κά καί ἀ­να­στά­σι­μα, μέ­σα στήν Ἐλ­πί­δα καί τήν Χα­ρά πού ἀ­φει­δώ­λευ­τα μᾶς δω­ρί­ζει ἡ Ἀ­νά­στα­ση τοῦ Χρι­στοῦ μας νο­η­μα­το­δο­τῶν­τας τή ζω­ή μας, αὐ­ξά­νον­τας τίς ἀν­το­χές μας καί προ­σθέ­τον­τας δύ­να­μη στήν ἀ­δυ­να­μί­α μας.

   Χρι­στός Ἀ­νέ­στη! Ἀ­λη­θῶς ἀ­νέ­στη! Γιά ἐ­μᾶς ἀ­νέ­στη!

 

Μέ τόν πατρικό πασχάλιο ἀσπασμό μας

καί ἐγκάρδιες εὐχές πρός ὅλους

 

 

† Ὁ Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου Εὐγένιος

 

Κοινοποίηση