ΚΔ΄ Παύλεια : «Κατήχηση και Ιεραποστολή». Ημερίδα Κατηχητών στην Αλεξάνδρεια FOTO
ΦΩΤΟ ΕΔΩ
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θεία Λειτουργία :
«Πᾶς ὅστις ἀκούει μου τούς λόγους καί ποιεῖ αὐτούς, ὁμοιώσω αὐτόν ἀνδρί φρονίμῳ, ὅστις ᾠκοδόμησε τήν οἰκίαν αὐτοῦ ἐπί τήν πέτραν». Δύο παρομοιώσεις κάνει στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὁ Χριστός. Παρομοιάζει τόν ἄνθρωπο πού ἀκούει τούς λόγους τους καί τούς ἐφαρμόζει στή ζωή του μέ ἐκεῖνον τόν φρόνιμο καί συνετό ἄνδρα πού οἰκοδομεῖ τό σπίτι τουἐπάνω στήν πέτρα. Καί ἀκόμη, παρομοιάζει ἐκεῖνον πού ἀκούει τόν λόγο του ἀλλάἀδιαφορεῖ γι᾽ αὐτόν καί δέν τόν χρησιμοποιεῖ ὡς ὁδηγό στή ζωή του μέ ἐκεῖνον τόνἀνόητο πού κτίζει ἐπάνω στήν ἄμμο, σέ ἕνα ὑλικό πού δέν εἶναι σταθερό ἀλλά παρασύρεται ἀπό τή βροχή καί παρασύρει μαζί του ὅ,τι ἔχει κτισθεῖ ἐπάνω σέ αὐτό. Οἱ εἰκόνες πού ἔχουμε ὅλοι μας ἀπό σπίτια πού παίρνουν οἱ ὁρμητικοί χείμαρροι καί τά παρασύρουν τά νερά τῆς βροχῆς, μᾶς βοηθοῦν νά κατανοήσουμε εὔκολα τίς παρομοιώσεις τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός παρομοιάζει τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν οἰκία τήν ὁποία οἰκοδομεῖ, γιατί ἡ ζωή καί ἡ προσωπικότητα τοῦ κάθε ἀνθρώπου εἶναι σάν ἕνα οἰκοδόμημα,ὅπως εἶναι καί τό μέλλον του, τό προσωρινό καί τό αἰώνιο. Ἡ διάρκειά τους καί ἡ ἀντοχή του στόν χρόνο καί ἡ ποιότητά του ἐξαρτᾶται ἀπό τάὑλικά πού χρησιμοποιοῦμε καί ἀπό τόν τρόπο πού τό οἰκοδομοῦμε. Καί ἀσφαλῶς τό πιό σημαντικό εἶναι ποῦ θεμελιώνουμε αὐτό πού οἰκοδομοῦμε. Διότι, ὅσοἀνθεκτικά καί πολυτελῆ καί νά εἶναι τά ὑλικά, ὅσο καί ἄριστα νά εἶναι τά σχέδια καί οἱτεχνικές πού θά χρησιμοποιήσουμε, ἄν τό σπίτι δέν ἔχει γερά θεμέλια, ἀργά ἤγρήγορα θά κλονισθεῖ καί θά πέσει. Ὁ Χριστός προτείνει τόν νόμο του ὡς θεμέλιο ἀσφαλές καί στερεό γιά τό οἰκοδόμημα πού κάθε ἄνθρωπος ἐπιχειρεῖ, διότι ὁ ἴδιος εἶναι ὁ λίθος, τόν ὁποῖο, παρότι ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, αὐτός «ἐγενήθη εἰς κεφαλήν γωνίας». Διότι αὐτός εἶναι τό θεμέλιο, τό ὁποῖο δέν μπορεῖ κανείς νά ἀγνοήσει καί νά τό ἀντικαταστήσει μέ κάτι ἄλλο, ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «θεμέλιον ἄλλον οὐδείς δύναται θεῖναι, εἰ μή τόν κείμενον, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστός». Διότι ὁ Χριστός εἶναι ἡπέτρα, ἐπάνω στήν ὁποία μπορεῖ νά στηρίξει ὁ ἄνθρωπος τό οἰκοδόμημα τῆς ζωῆς του ὥστε νά μήν καταπέσει ἀλλά νά ἀντέξει μέχρι τήν αἰωνιότητα. Γιατί ὅμως ὁ Χριστός καί ἡ ἐφαρμογή τοῦ θελήματός του ἐξασφαλίζει στόνἄνθρωπο πού οἰκοδομεῖ τήν πνευματική του οἰκία τή σταθερότητα τῆς πέτρας καί τοῦ προσφέρει θεμέλιο ἀρραγές καί ἀσφαλές; Διότι, ἀδελφοί μου, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐκφράζεται στό Εὐαγγέλιο εἶναι ὁσταθερός κανόνας τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ὁ ὁδηγός, ὁ ὁποῖος δέν θά μᾶς παραπλανήσει ποτέ, ἀλλά ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἐποχή, ἀνεξάρτητα ἀπό τίς συνθῆκες πού ἐπικρατοῦν γύρω μας παραμένει ἀμετάβλητος καί ἀναλλοίωτος, ὥστε νά μποροῦμε νά στηρίξουμε σέ αὐτόν τή ζωή μας. Μᾶς διαβεβαιώνει, ἄλλωστε, ὁ ἴδιος ὁ Χριστός γι᾽ αὐτό, λέγοντας: «ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλθωσι», ἐνῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος διακηρύσσει: «Ἰησοῦς χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας». Σέ ἕναν κόσμο, λοιπόν, στόν ὁποῖο τά πάντα ἀλλάζουν καί μεταβάλλονται, σέἕνα κόσμο, στόν ὁποῖο συστήματα καί διδασκαλίες ἔρχονται καί παρέρχονται, πρότυπα καί προσωπικότητες πού ἐμπιστεύθηκαν οἱ ἄνθρωποι ἐκλείπουν καί λησμονοῦνται, ὁ Χριστός μᾶς προσφέρει τό σταθερό θεμέλιο τοῦ λόγου του, ἐπάνω στό ὁποῖο μποροῦμε νά οἰκοδομήσουμε τή ζωή μας. Καί ἰδίως οἱ νέοι ἄνθρωποι, πού βρίσκονται στήν ἀρχή αὐτοῦ τοῦ ἔργου, μποροῦν καί πρέπει νά θεμελιώσουν τή ζωή τους ἐπάνω στόν λόγο καί στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού δέν πρόκειται νά ἀλλάξει καί νά τούς ἀπογοητεύσει ποτέ. Κάποιοι, βέβαια, μπορεῖ νά παραπονοῦνται ἤ νά διαμαρτύρονται ὅτι ὁ κόσμοςἀλλάζει καί ἡ Ἐκκλησία δέν ἐκσυγχρονίζεται, ἀλλά δέν ἀντιλαμβάνονται πόσοἐπικίνδυνο θά ἦταν, ἄν γινόταν, αὐτό πού ζητοῦν. Διότι, ἄν σκεφθοῦμε ὅλοι πόσοἀπογοητευόμαστε ἀπό τούς ἀνθρώπινους νόμους σύμφωνα μέ τούς ὁποίους ρυθμίζουμε τή ζωή μας, ὅταν ἀλλάζουν, γιατί διαφορετικά εἴχαμε προγραμματίσει τίς ὑποχρεώσεις μας καί διαφορετικά ἐξελίσσονται, θά κατανοήσουμε πόσο μεγάλο πλεονέκτημα ἔχουμε, ἔχοντας τόν λόγο καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ὡς ἀπλανῆ ὁδηγό στή ζωή μας, ὡς θεμέλιο σταθερό γιά νά οἰκοδομήσουμε μέ ἀσφάλεια ἐπάνω σέ αὐτό, χωρίς νά κινδυνεύουμε νά παρασυρθοῦμε. Γι᾽ αὐτό, ἀδελφοί μου, ἄς φανοῦμε καί ἐμεῖς συνετοί καί ἄς κάνουμε πράξη στή ζωή μας τόν λόγο τοῦ Θεοῦ γιά νά ἔχουμε τήν ἀσφάλεια καί τή σταθερότητα πούἘκεῖνος χαρίζει σέ ὅσους τόν ἀκολουθοῦν καί στό παρόν καί στό μέλλον.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Ημερίδα :
«Κατήχηση καί ἱεραποστολή» εἶναι τό θέμα τῆς Ἡμερίδος τῶν Κατηχητῶν, ἡ ὁποία πραγματοποιεῖται καί φέτος στό πλαίσιο τῶν ΚΔ´ Παυλείων πού διοργανώνει ἡἹερά Μητρόπολή μας, ὅπως κάθε χρόνο, πρός τιμήν τοῦ ἱδρυτοῦ της ἁγίου ἐνδόξουἀποστόλου Παύλου, ὑπό τό γενικό θέμα «Εὐαγγελισμός καί ἱεραποστολή». Καί καθώς καί σεῖς, οἱ κατηχητές καί οἱ κατηχήτριες τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως διακονεῖτε σέ αὐτό τό μεγάλο καί σημαντικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μας, τήν κατήχηση, εἶναι εὐκαιρία νά δοῦμε πῶς συνδέονται αὐτές οἱ δύο ἔννοιες καί κατά πόσον ἡκατήχηση εἶναι ἱεραποστολή καί ἡ ἱεραποστολή κατήχηση. Εἶναι γνωστό σέ ὅλους μας, ὥστε δέν χρειάζεται νά τό ἐπαναλάβω, ὅτι τό κατηχητικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τό κατ᾽ ἐξοχήν ἔργο της, καθώς ἐκπηγάζειἀπό τήν τελευταία ἐντολή τοῦ Χριστοῦ «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τάἔθνη». Ἀλλά ἄν στούς πρώτους αἰῶνες, πρίν δηλαδή ἀπό τήν καθιέρωση τοῦνηπιοβαπτισμοῦ, ἡ κατήχηση ἦταν ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τό βάπτισμα, μετά τήν καθιέρωσή του ἀποτελεῖ εὐθύνη τοῦ ἀναδόχου καί τῶν γονέων του νεοφωτίστου νά μεριμνήσουν γιά τήν κατήχησή του, διδάσκοντάς τον οἱ ἴδιοι τά πρῶτα στοιχεῖα τῆς πίστεως καί ὁδηγώντας τον στή συνέχεια στήν κατήχηση πού προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μέ διαφόρους τρόπους. Ἡ χαλάρωση ὅμως τῶν σχέσεων τῶν ἀνθρώπων μέ τήν Ἐκκλησία, οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας καί ποικίλοι ἄλλοι λόγοι ἔχουν ὡςἀποτέλεσμα πολλά ἀπό τά παιδιά πού βαπτίζονται νά μήν ἔρχονται σέ ἐπαφή μέ τήν κατήχηση πού προσφέρει ἡ Ἐκκλησία τόσο μέ τά κατηχητικά σχολεῖα ὅσο καί μέ τό κήρυγμα καί τή λειτουργική καί μυστηριακή ζωή της, μέ ἀποτέλεσμα τά παιδιά νά μεγαλώνουν χωρίς νά γνωρίζουν βασικές ἀρχές τῆς πίστεως καί τῆς ἐν Χριστῷζωῆς, καί νά ἐνηλικιώνονται χωρίς νά ἔχουν μυηθεῖ ποτέ στό μυστήριο καί τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἔτσι συμβαίνει, καί τό ζοῦμε καί στίς ἡμέρες μας, τό 95% τοῦ πληθυσμοῦ τῆς πατρίδος μας νά εἶναι χριστιανοί ὀρθόδοξοι καί ἀρκετοί ἀπό αὐτούς νά μήν ξέρουν τίἀκριβῶς πιστεύουν, νά ἔχουν ἁπλῶς τυπική ἐπαφή μέ τήν Ἐκκλησία ἤ καί νά μήνἔχουν, νά μήν ἔχουν συνείδηση τῆς σημασίας καί τῆς ἀναγκαιότητος τῶν ἱερῶν μυστηρίων, τῆς θέσεως καί τοῦ ρόλου τῶν ἁγίων καί τῆς Παναγίας μας κλπ. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ κατήχηση παίρνει τόν χαρακτήρα τῆς ἱεραποστολῆς. Δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία καλεῖται πρῶτα νά βρεῖ καί νά καλέσει κοντά της τούςἀνθρώπους, παιδιά καί μεγαλύτερους στήν ἡλικία ἀνθρώπους, καί μετά νά τούς κατηχήσει, νά τούς διδάξει τίς ἀλήθειες τῆς πίστεώς της, σάν νά πρόκειται γιάἀνθρώπους πού δέν ἔχουν βαπτισθεῖ. Βεβαίως, ὑπάρχουν καί παιδιά πού πλησιάζουν τήν Ἐκκλησία καί τά κατηχητικά σχολεῖα μέ τή δική τους θέληση, ἤ μέ τήν παρότρυνση καί τήν καθοδήγηση τῶν γονέων, τῶν οἰκείων ἤ τῶν διδασκάλων τους. Δέν εἶναι ὅμως ὅλα τά παιδιά, καί ἡδική μας εὐθύνη, τό δικό μας χρέος, τό χρέος τῆς Ἐκκλησίας καί ὅσων διακονοῦν στό κατηχητικό της ἔργο εἶναι νά προσελκύσουμε ὅσο τό δυνατόν περισσότερα παιδιά στήν Ἐκκλησία γιά νά γνωρίσουν μέσα σέ αὐτήν τόν Χριστό καί τόν λόγο του, νά γνωρίσουν τή μυστηριακή καί τήν ἐν Χριστῷ ζωή. Ἡ προσπάθεια αὐτή τῆς προσελκύσεως τῶν παιδιῶν στά κατηχητικά σχολεῖα εἶναι ἀναγκαία, ὄχι γιατί ἡ Ἐκκλησία θέλει νά αὐξήσει τόν ἀριθμό ὅσων φοιτοῦν στά κατηχητικά της σχολεῖα, ἀλλά γιατί ἔχει εὐθύνη καί χρέος νά καλέσει ὅλους τούςἀνθρώπους κοντά της καί κατά μείζονα λόγο τά μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τάὁποῖα, ἄν καί ἔχουν συνδεθεῖ μαζί της διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, εἶναιἀπομακρυσμένα ἀπό αὐτήν. Ἡ κατήχηση ὅμως συνδέεται μέ τήν ἱεραποστολή στίς ἡμέρες μας καί γιά ἕνανἀκόμη λόγο. Καί αὐτός σχετίζεται μέ τή γενικότερη βοήθεια πού ἔχει χρέος ἡ Ἐκκλησία ὡς στοργική μητέρα νά προσφέρει σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους ἀλλά πολύ περισσότερο στά νέα παιδιά. Δυστυχῶς ζοῦμε σέ ἕνα κόσμο στόν ὁποῖο συχνά οἱ ἀρχές καί οἱ ἀξίες συκοφαντοῦνται καί χλευάζονται. Θεωροῦνται ἀπό πολλούς ξεπερασμένες καίἄχρηστες. Καί ἔτσι τά παιδιά καί οἱ νέοι μας ἀλλά συχνά καί μεγαλύτεροι στήν ἡλικία τίς ἀγνοοῦν ἤ τίς αἰσθάνονται ξένες, καθώς μερικές φορές οὔτε στά σχολεῖα τίς διδάσκονται ὅπως θά ἔπρεπε οὔτε τά παραδείγματα πού βλέπουν στόν κοινωνικό τους περίγυρο τά στρέφουν πρός αὐτές. Ἔτσι τά παιδιά δέν γνωρίζουν τίς παραδόσεις μας, ἔχουν μιά ἀόριστη καί στρεβλή εἰκόνα γιά τήν ἱστορία τῆς πατρίδος μας, διστάζουν νά ἐκφράσουν τήν ἀγάπη τους πρός αὐτήν καί τόν σεβασμό τους πρός τά σύμβολά της, γιατί φοβοῦνται μήπως τούς εἰρωνευθοῦν ἤ τούς σχολιάσουν, καί εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι, ἐκπαιδευτικοί καί γονεῖς, πού ἐνδιαφέρονται γιά ὅλα αὐτά. Γι᾽ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία προσπαθεῖ μέσαἀπό τήν κατήχηση καί τήν ἐπαφή μέ τά νέα παιδιά νά μεταδώσει καί νά μεταλαμπαδεύσει ἀρχές καί ἀξίες, νά μεταδώσει καί νά μεταλαμπαδεύσει τήν ἀγάπη γιά τήν πατρίδα, τήν ἱστορία της καί τήν ἐθνική μας ταυτότητα, χωρίς αὐτό νά εἶναι οὔτεἐθνικισμός οὔτε λαϊκισμός οὔτε ὁτιδήποτε ἄλλο ἀπό αὐτά τά ὁποῖα ὁρισμένοι τῆς προσάπτουν.
Ἄλλωστε ἔχει ὡς παράδειγμα τό παράδειγμα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τοῦμεγάλου αὐτοῦ ἱεραποστόλου καί ἰσαποστόλου, στόν ὁποῖο ἡ Ἱερά Μητρόπολή μαςἔχει ἀφιερώσει τό παρόν ἔτος, ὁ ὁποῖος πέρασε καί ἀπό τήν περιοχή μας, ἀλλά διέτρεξε καί ὅλη τήν Ἑλλάδα προσπαθώντας νά διδάξει καί νά ἀφυπνήσει τούςἝλληνες, προσπαθώντας νά τούς στηρίξει στήν ὀρθόδοξη πίστη, διδάσκοντάς τουςὅσα ἀγνοοῦσαν ἐξαιτίας τοῦ μακροχρόνιου τουρκικοῦ ζυγοῦ ἀλλά συγχρόνως νά τονώσει καί τήν ἑλληνική τους συνείδηση θυμίζοντάς τους τήν ἔνδοξη ἱστορία τῶν πατέρων τους καί καλώντας τους νά μήν ξεχνοῦν τήν ἐθνική τους ταυτότητα. Ἡ κατήχηση ὅμως γίνεται ἱεραποστολή καί γιά ἕναν ἀκόμη λόγο: γιατί μέσα ἀπό τήν κατήχηση καλούμεθα νά προστατεύσουμε τά παιδιά καί τούς νέους ἀπό τούς κινδύνους πού ἐλλοχεύουν καί ἀπό τίς παγίδες στίς ὁποῖες κινδυνεύουν νά πέσουν,ἐάν δέν τούς γνωρίζουν. Καί εἶναι ἀλήθεια ὅτι πολλές φορές οἱ γονεῖς δέν μποροῦν νά βοηθήσουν τά παιδιά τους σέ αὐτό τό σημεῖο, γιατί συχνά τά παιδιά εἴτε δέν μιλοῦν στούς γονεῖς εἴτε δέν ἀκοῦν, καί μερικές φορές μιλοῦν ὅταν δυστυχῶς εἶναι ἀργά. Ὅλοι ἀκοῦμε καί διαβάζουμε γιά τά συνεχῶς αὐξανόμενα θύματα τῆς σύγχρονης τεχνολογίας καί διαφόρων μέσων ἐπικοινωνίας καί κοινωνικῆς δικτυώσεως. Ὁἀριθμός τῶν παιδιῶν πού παρασύρεται ἀπό μία δῆθεν ἀθώα ἐπικοινωνία μέσω τοῦ facebook καί στή συνέχεια ὑφίσταται διάφορες πιέσεις, μερικές φορές πολύ σοβαρές, ὥστε κάποια παιδιά νά φθάνουν καί μέχρι τήν αὐτοκτονία, δυστυχῶς αὐξάνειἀνησυχητικά καί στήν πατρίδα μας. Ποιός θά μιλήσει στά παιδιά; Εἶναι καί δικό μας χρέος νά τό κάνουμε γιά νά τά εὐαισθητοποιήσουμε, γιά νά τά προστατεύσουμε καί γιά νά τά προφυλάξουμε. Ἔτσι ἡ κατήχηση γίνεται πραγματική ἱεραποστολή, γιατί εἶναι ἡ ἱερή ἀποστολή νά καθοδηγήσουμε τά παιδιά καί τούς νέους μας στήν ἐν Χριστῷ ζωή, ἀλλά συγχρόνως καί νά τά βοηθήσουμε νά σταθοῦν ὄρθια σέ ἕνα κόσμο δύσκολο καί ἀπαιτητικό. Γίνεται ἱεραποστολή, γιατί ἡ κατήχηση δέν εἶναι κήρυγμα οὔτε ἀκαδημαϊκό μάθημα δογματικῆς ἤ ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας. Εἶναι μία εὐκαιρία νά βοηθήσουμε τά παιδιά καί τούς νέους μας νά ἐπιτύχουν στή ζωή τους τήν ψυχική καί πνευματική ἰσορροπία πού θά τούς βοηθήσει σέ ὅ,τι καί ἄν κάνουν, ἀλλά καί τήν ἀσφάλεια καί τή σταθερότητα πού χαρίζει στόν ἄνθρωπο ἡ σχέση μέ τόν Θεό καί ἡ ἐμπιστοσύνη του σέ Αὐτόν. Κλείνοντας τίς εἰσαγωγικές αὐτές σκέψεις θά ἤθελα νά εὐχαριστήσω ἀπό καρδίας τούς δύο διακεκριμένους ὁμιλητές μας, τόν ὁμότιμο καθηγητή τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ ΑΠΘ κύριο Μιχαήλ Τρίτο, πού θά μᾶς ἀναπτύξει τό θέμα «Τόἱεραποστολικό ἔργο τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ», καί τήν κυρία Δήμητρα Πουτούρη, Ὑπαστυνόμο Α´, πού θά μᾶς μιλήσει μέ θέμα: «Οἱ κίνδυνοι τοῦδιαδικτύου γιά τούς ἐφήβους καί τά παιδιά καί πῶς θά προφυλαχθοῦν». Εὐχαριστῶ ὅμως καί ὅλους ἐσᾶς, τούς κατηχητές καί τίς κατηχήτριές μας, πού συμμετέχετε στήν Ἡμερίδα τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως.