ΚΔ΄ Παύλεια : «Κατήχηση και Ιεραποστολή». Ημερίδα Κατηχητών στην Αλεξάνδρεια FOTO


ΚΔ΄ Παύλεια : «Κατήχηση και Ιεραποστολή». Ημερίδα Κατηχητών στην Αλεξάνδρεια FOTO

Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θεία Λειτουργία :

«Πᾶς ὅστις ἀκούει μου τούς λό­γους καί ποιεῖ αὐτούς, ὁμοιώσω αὐ­τόν ἀνδρί φρονίμῳ, ὅστις ᾠκο­δόμησε τήν οἰκίαν αὐτοῦ ἐπί τήν πέτραν». Δύο παρομοιώσεις κάνει στό ση­με­ρινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὁ Χριστός. Παρομοιάζει τόν ἄν­θρω­πο πού ἀκούει τούς λόγους τους καί τούς ἐφαρμόζει στή ζωή του μέ ἐκεῖνον τόν φρόνιμο καί συ­νε­τό ἄνδρα πού οἰκοδομεῖ τό σπίτι τουἐπάνω στήν πέτρα. Καί ἀκόμη, παρομοιάζει ἐκεῖνον πού ἀκούει τόν λόγο του ἀλλάἀδιαφορεῖ γι᾽ αὐτόν καί δέν τόν χρησιμοποιεῖ ὡς ὁδηγό στή ζωή του μέ ἐκεῖνον τόνἀνόητο πού κτίζει ἐπάνω στήν ἄμμο, σέ ἕνα ὑλικό πού δέν εἶναι σταθερό ἀλλά παρα­σύ­ρεται ἀπό τή βροχή καί παρασύρει μαζί του ὅ,τι ἔχει κτισθεῖ ἐπάνω σέ αὐτό. Οἱ εἰκόνες πού ἔχουμε ὅλοι μας ἀπό σπίτια πού παίρνουν οἱ ὁρ­μη­τικοί χείμαρροι καί τά πα­ρασύ­ρουν τά νερά τῆς βροχῆς, μᾶς βοη­θοῦν νά κατανοήσουμε εὔ­κο­λα τίς παρομοιώσεις τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός παρομοιάζει τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν οἰκία τήν ὁποία οἰκοδομεῖ, γιατί ἡ ζωή καί ἡ προσω­πι­κότητα τοῦ κάθε ἀνθρώ­που εἶναι σάν ἕνα οἰκοδόμημα,ὅπως εἶναι καί τό μέλλον του, τό προσωρινό καί τό αἰώνιο. Ἡ διάρκειά τους καί ἡ ἀντοχή του στόν χρόνο καί ἡ ποιότητά του ἐξαρτᾶται ἀπό τάὑλικά πού χρησιμοποιοῦμε καί ἀπό τόν τρό­πο πού τό οἰκοδομοῦμε. Καί ἀσφα­λῶς τό πιό σημαντικό εἶναι ποῦ θε­μελιώνουμε αὐτό πού οἰκοδο­μοῦ­­με. Διότι, ὅσοἀνθεκτικά καί πολυτελῆ καί νά εἶναι τά ὑλικά, ὅσο καί ἄριστα νά εἶναι τά σχέδια καί οἱτεχνικές πού θά χρησιμο­ποιή­σουμε, ἄν τό σπίτι δέν ἔχει γε­ρά θεμέλια, ἀργά ἤγρήγορα θά κλονισθεῖ καί θά πέ­σει. Ὁ Χριστός προτείνει τόν νόμο του ὡς θεμέλιο ἀσφαλές καί στε­ρεό γιά τό οἰκοδόμημα πού κά­θε ἄνθρωπος ἐπιχειρεῖ, διότι ὁ ἴδιος εἶναι ὁ λίθος, τόν ὁποῖο, πα­ρότι ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκο­δομοῦντες, αὐτός «ἐγενήθη εἰς κε­φα­λήν γω­νίας». Διότι αὐτός εἶναι τό θε­μέ­λιο, τό ὁποῖο δέν μπορεῖ κα­νείς νά ἀγνοήσει καί νά τό ἀντι­κατα­στή­σει μέ κάτι ἄλλο, ὅπως γρά­φει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «θε­μέ­λιον ἄλ­λον οὐδείς δύναται θεῖ­ναι, εἰ μή τόν κείμενον, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χρι­στός». Διότι ὁ Χριστός εἶναι ἡπέ­τρα, ἐπάνω στήν ὁποία μπορεῖ νά στηρίξει ὁ ἄνθρωπος τό οἰκο­δό­μη­μα τῆς ζωῆς του ὥστε νά μήν κα­ταπέσει ἀλλά νά ἀντέξει μέχρι τήν αἰωνιότητα. Γιατί ὅμως ὁ Χριστός καί ἡ ἐφαρ­μογή τοῦ θελήματός του ἐξα­σφα­λί­ζει στόνἄνθρωπο πού οἰκο­δο­μεῖ τήν πνευματική του οἰκία τή στα­θε­ρότητα τῆς πέτρας καί τοῦ προσ­­φέρει θεμέλιο ἀρραγές καί ἀσφαλές; Διότι, ἀδελφοί μου, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐκφράζεται στό Εὐ­αγγέλιο εἶναι ὁσταθερός κανό­νας τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ὁ ὁδηγός, ὁ ὁποῖος δέν θά μᾶς πα­ρα­­πλανήσει ποτέ, ἀλλά ἀνεξάρ­τητα ἀπό τήν ἐπο­χή, ἀνεξάρτητα ἀπό τίς συνθῆ­κες πού ἐπικρατοῦν γύρω μας παρα­μέ­νει ἀμετάβλητος καί ἀναλλοίω­τος, ὥστε νά μπο­ροῦμε νά στη­ρί­ξουμε σέ αὐτόν τή ζωή μας. Μᾶς διαβεβαιώνει, ἄλλωστε, ὁ ἴδι­ος ὁ Χρι­στός γι᾽ αὐτό, λέγοντας: «ὁ οὐρα­νός καί ἡ γῆ παρελεύ­σο­νται, οἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλ­θωσι», ἐνῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος διακηρύσσει: «Ἰησοῦς χθές καί σή­με­ρον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶ­νας». Σέ ἕναν κόσμο, λοιπόν, στόν  ὁ­ποῖο τά πάντα ἀλλάζουν καί μετα­βάλ­λονται, σέἕνα κόσμο, στόν ὁποῖο συ­στήματα καί διδασκαλίες ἔρ­χο­νται καί παρέρχονται, πρό­τυ­πα καί προσωπικότητες πού ἐμπι­στεύ­θηκαν οἱ ἄνθρωποι ἐκλείπουν καί λησμονοῦνται, ὁ Χριστός μᾶς προσφέρει τό σταθερό θεμέλιο τοῦ λόγου του, ἐπάνω στό ὁποῖο μπο­ροῦ­με νά οἰκοδομήσουμε τή ζωή μας. Καί ἰδίως οἱ νέοι ἄνθρωποι, πού βρί­σκονται στήν ἀρχή αὐτοῦ τοῦ ἔρ­γου, μποροῦν καί πρέπει νά θε­μελιώσουν τή ζωή τους ἐπάνω στόν λόγο καί στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού δέν πρό­­κει­ται νά ἀλλάξει καί νά τούς ἀπο­γοη­τεύσει ποτέ. Κάποιοι, βέβαια, μπορεῖ νά πα­ρα­πονοῦνται ἤ νά διαμαρτύ­ρονται ὅτι ὁ κόσμοςἀλλάζει καί ἡ Ἐκ­κλη­­­σία δέν ἐκσυγχρονίζεται, ἀλλά δέν ἀντιλαμβάνονται πόσοἐπικίν­δυνο θά ἦταν, ἄν γινόταν, αὐτό πού ζητοῦν. Διότι, ἄν σκεφθοῦμε ὅλοι πόσοἀπογοητευόμαστε ἀπό τούς ἀνθρώπινους νόμους σύμφω­να μέ τούς ὁποίους ρυθμίζουμε τή ζωή μας, ὅταν ἀλλάζουν, γιατί δια­­­φορετικά εἴχαμε προγραμμα­τίσει τίς ὑποχρεώσεις μας καί δια­φορετικά ἐξελίσσονται, θά κατα­νοή­σουμε πόσο μεγάλο πλεονέ­κτη­­­μα ἔχουμε, ἔχοντας τόν λόγο καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ὡς ἀπλα­νῆ ὁδηγό στή ζωή μας, ὡς θεμέ­λιο στα­θε­ρό γιά νά οἰκοδομήσουμε μέ ἀ­σφά­λεια ἐπάνω σέ αὐτό, χωρίς νά κινδυνεύουμε νά παρασυρθοῦ­με. Γι᾽ αὐτό, ἀδελφοί μου, ἄς φανοῦ­με καί ἐμεῖς συνετοί καί ἄς κά­νουμε πράξη στή ζωή μας τόν λό­γο τοῦ Θεοῦ γιά νά ἔχουμε τήν ἀσφάλεια καί τή σταθερότητα πούἘκεῖνος χαρίζει σέ ὅσους τόν ἀκολουθοῦν καί στό παρόν καί στό μέλλον.

Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Ημερίδα :

«Κατήχηση καί ἱεραποστολή» εἶναι τό θέμα τῆς Ἡμερίδος τῶν Κατηχητῶν, ἡ ὁποία πραγματο­ποι­εῖται καί φέτος στό πλαίσιο τῶν ΚΔ´ Παυλείων πού διοργανώνει ἡἹερά Μητρόπολή μας, ὅπως κάθε χρόνο, πρός τιμήν τοῦ ἱδρυτοῦ της ἁγίου ἐνδόξουἀποστόλου Παύ­λου, ὑπό τό γενικό θέμα «Εὐαγ­γελισμός καί ἱεραποστολή». Καί καθώς καί σεῖς, οἱ κατηχητές καί οἱ κατηχήτριες τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως διακονεῖτε σέ αὐτό τό μεγάλο καί σημαντικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μας, τήν κατήχηση, εἶναι εὐκαιρία νά δοῦμε πῶς συν­δέονται αὐτές οἱ δύο ἔννοιες καί κατά πόσον ἡκατήχηση εἶναι ἱε­ραποστολή καί ἡ ἱεραποστολή κα­τήχηση. Εἶναι γνωστό σέ ὅλους μας, ὥστε δέν χρειάζεται νά τό ἐπαναλάβω, ὅτι τό κατηχητικό ἔργο τῆς Ἐκ­κλη­σίας εἶναι τό κατ᾽ ἐξοχήν ἔργο της, καθώς ἐκπηγάζειἀπό τήν τε­λευταία ἐντολή τοῦ Χριστοῦ «πο­ρευ­θέντες μαθητεύσατε πάντα τάἔθνη». Ἀλλά ἄν στούς πρώτους αἰῶνες, πρίν δηλαδή ἀπό τήν καθιέρωση τοῦνηπιοβαπτισμοῦ, ἡ κατήχηση ἦταν ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τό βάπτισμα, μετά τήν καθιέρωσή του ἀποτελεῖ εὐθύνη τοῦ ἀναδό­χου καί τῶν γονέων του νεοφω­τί­στου νά μεριμνήσουν γιά τήν κα­τήχησή του, διδάσκοντάς τον οἱ ἴδιοι τά πρῶτα στοιχεῖα τῆς πίστε­ως καί ὁδηγώντας τον στή συνέ­χεια στήν κατήχηση πού προσ­φέρει ἡ Ἐκκλησία μέ διαφόρους τρόπους. Ἡ χαλάρωση ὅμως τῶν σχέσεων τῶν ἀνθρώπων μέ τήν Ἐκκλησία, οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς τοῦ ἀν­θρώ­που τῆς ἐποχῆς μας καί ποικίλοι ἄλλοι λόγοι ἔχουν ὡςἀποτέλεσμα πολλά ἀπό τά παιδιά πού βα­πτί­ζονται νά μήν ἔρχονται σέ ἐπαφή μέ τήν κατήχηση πού προσφέρει ἡ Ἐκκλησία τόσο μέ τά κατηχητικά σχολεῖα ὅσο καί μέ τό κήρυγμα καί τή λειτουργική καί μυστηριακή ζωή της, μέ ἀποτέλεσμα τά παιδιά νά μεγαλώνουν χωρίς νά γνωρί­ζουν βασικές ἀρχές τῆς πίστεως καί τῆς ἐν Χριστῷζωῆς, καί νά ἐνηλικιώνονται χωρίς νά ἔχουν μυ­ηθεῖ ποτέ στό μυστήριο καί τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἔτσι συμβαίνει, καί τό ζοῦμε καί στίς ἡμέρες μας, τό 95% τοῦ πλη­θυ­σμοῦ τῆς πατρίδος μας νά εἶναι χριστιανοί ὀρθόδοξοι καί ἀρκετοί ἀπό αὐτούς νά μήν ξέρουν τίἀκρι­βῶς πιστεύουν, νά ἔχουν ἁπλῶς τυπική ἐπαφή μέ τήν Ἐκκλησία ἤ καί νά μήνἔχουν, νά μήν ἔχουν συνείδηση τῆς σημασίας καί τῆς ἀναγκαιότητος τῶν ἱερῶν μυστη­ρίων, τῆς θέσεως καί τοῦ ρόλου τῶν ἁγίων καί τῆς Παναγίας μας κλπ. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ κατήχηση παίρνει τόν χαρακτήρα τῆς ἱερα­πο­­στο­λῆς. Δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία καλεῖται πρῶτα νά βρεῖ καί νά κα­λέσει κοντά της τούςἀνθρώπους, παιδιά καί μεγαλύτερους στήν ἡλικία ἀνθρώπους, καί μετά νά τούς κατηχήσει, νά τούς διδάξει τίς ἀλήθειες τῆς πίστεώς της, σάν νά πρόκειται γιάἀνθρώπους πού δέν ἔχουν βαπτισθεῖ. Βεβαίως, ὑπάρχουν καί παιδιά πού πλησιάζουν τήν Ἐκκλησία καί τά κατηχητικά σχολεῖα μέ τή δική τους θέληση, ἤ μέ τήν παρότρυνση καί τήν καθοδήγηση τῶν γονέων, τῶν οἰκείων ἤ τῶν διδασκάλων τους. Δέν εἶναι ὅμως ὅλα τά παι­διά, καί ἡδική μας εὐθύνη, τό δικό μας χρέος, τό χρέος τῆς Ἐκκλη­σίας καί ὅσων διακονοῦν στό κα­τη­χητικό της ἔργο εἶναι νά προ­σελ­κύσουμε ὅσο τό δυνατόν πε­ρισ­σότερα παιδιά στήν Ἐκκλησία γιά νά γνωρίσουν μέσα σέ αὐτήν τόν Χριστό καί τόν λόγο του, νά γνωρίσουν τή μυστηριακή καί τήν ἐν Χριστῷ ζωή. Ἡ προσπάθεια αὐτή τῆς προσελ­κύ­σεως τῶν παιδιῶν στά κατηχη­τικά σχολεῖα εἶναι ἀναγκαία, ὄχι γιατί ἡ Ἐκκλησία θέλει νά αὐξήσει τόν ἀριθμό ὅσων φοιτοῦν στά κα­τηχητικά της σχολεῖα, ἀλλά γιατί ἔχει εὐθύνη καί χρέος νά καλέσει ὅλους τούςἀνθρώπους κοντά της καί κατά μείζονα λόγο τά μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τάὁποῖα, ἄν καί ἔχουν συνδεθεῖ μαζί της διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, εἶ­ναιἀπομακρυσμένα ἀπό αὐτήν. Ἡ κατήχηση ὅμως συνδέεται μέ τήν ἱεραποστολή στίς ἡμέρες μας καί γιά ἕνανἀκόμη λόγο. Καί αὐ­τός σχετίζεται μέ τή γενικότερη βοήθεια πού ἔχει χρέος ἡ Ἐκκλη­σία ὡς στοργική μητέρα νά προσ­φέρει σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους ἀλλά πολύ περισσότερο στά νέα παιδιά. Δυστυχῶς ζοῦμε σέ ἕνα κόσμο στόν ὁποῖο συχνά οἱ ἀρχές καί οἱ ἀξίες συκοφαντοῦνται καί χλευά­ζονται. Θεωροῦνται ἀπό πολλούς ξεπερασμένες καίἄχρηστες. Καί ἔτσι τά παιδιά καί οἱ νέοι μας ἀλλά συχνά καί μεγαλύτεροι στήν ἡλικία τίς ἀγνοοῦν ἤ τίς αἰσθά­νονται ξένες, καθώς μερικές φο­ρές οὔτε στά σχολεῖα τίς διδάσκο­νται ὅπως θά ἔπρεπε οὔτε τά πα­ρα­δείγματα πού βλέπουν στόν κοινωνικό τους περίγυρο τά στρέ­φουν πρός αὐτές. Ἔτσι τά παιδιά δέν γνωρίζουν τίς παραδόσεις μας, ἔχουν μιά ἀόρι­στη καί στρεβλή εἰκόνα γιά τήν ἱστορία τῆς πατρίδος μας, διστά­ζουν νά ἐκφράσουν τήν ἀγάπη τους πρός αὐτήν καί τόν σεβασμό τους πρός τά σύμβολά της, γιατί φοβοῦνται μήπως τούς εἰρωνευ­θοῦν ἤ τούς σχολιάσουν, καί εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι, ἐκπαιδευτικοί καί γονεῖς, πού ἐνδιαφέρονται γιά ὅλα αὐτά. Γι᾽ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία προσπαθεῖ μέσαἀπό τήν κατήχηση καί τήν ἐπαφή μέ τά νέα παιδιά νά μεταδώσει καί νά μεταλαμπα­δεύ­σει ἀρχές καί ἀξίες, νά μεταδώσει καί νά μεταλαμπαδεύσει τήν ἀγά­πη γιά τήν πατρίδα, τήν ἱστορία της καί τήν ἐθνική μας ταυτότητα, χωρίς αὐτό νά εἶναι οὔτεἐθνικι­σμός οὔτε λαϊκισμός οὔτε ὁτιδή­πο­τε ἄλλο ἀπό αὐτά τά ὁποῖα ὁρι­σμένοι τῆς προσάπτουν.

Ἄλλωστε ἔχει ὡς παράδειγμα τό παράδειγμα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τοῦμεγάλου αὐτοῦ ἱερα­ποστόλου καί ἰσαποστόλου, στόν ὁποῖο ἡ Ἱερά Μητρόπολή μαςἔχει ἀφιερώσει τό παρόν ἔτος, ὁ ὁποῖος πέρασε καί ἀπό τήν περιοχή μας, ἀλλά διέτρεξε καί ὅλη τήν Ἑλλά­δα προσπαθώντας νά διδάξει καί νά ἀφυπνήσει τούςἝλληνες, προ­σπαθώντας νά τούς στηρίξει στήν ὀρθόδοξη πίστη, διδάσκοντάς τουςὅσα ἀγνοοῦσαν ἐξαιτίας τοῦ μα­κρο­χρόνιου τουρκικοῦ ζυγοῦ ἀλλά συγχρόνως νά τονώσει καί τήν ἑλληνική τους συνείδηση θυμί­ζοντάς τους τήν ἔνδοξη ἱστορία τῶν πατέρων τους καί καλώντας τους νά μήν ξεχνοῦν τήν ἐθνική τους ταυτότητα. Ἡ κατήχηση ὅμως γίνεται ἱερα­ποστολή καί γιά ἕναν ἀκόμη λόγο: γιατί μέσα ἀπό τήν κατήχηση κα­λούμεθα νά προστατεύσουμε τά παιδιά καί τούς νέους ἀπό τούς κινδύνους πού ἐλλοχεύουν καί ἀπό τίς παγίδες στίς ὁποῖες κινδυ­νεύ­ουν νά πέσουν,ἐάν δέν τούς γνωρίζουν. Καί εἶναι ἀλήθεια ὅτι πολλές φο­ρές οἱ γονεῖς δέν μποροῦν νά βοη­θήσουν τά παιδιά τους σέ αὐτό τό σημεῖο, γιατί συχνά τά παιδιά εἴτε δέν μιλοῦν στούς γονεῖς εἴτε δέν ἀκοῦν, καί μερικές φορές μιλοῦν ὅταν δυστυχῶς εἶναι ἀργά. Ὅλοι ἀκοῦμε καί διαβάζουμε γιά τά συνεχῶς αὐξανόμενα θύματα τῆς σύγχρονης τεχνολογίας καί δια­φόρων μέσων ἐπικοινωνίας καί κοινωνικῆς δικτυώσεως. Ὁἀριθμός τῶν παιδιῶν πού παρα­σύρεται ἀπό μία δῆθεν ἀθώα ἐπι­κοι­νω­νία μέσω τοῦ facebook καί στή συνέχεια ὑφίσταται διάφορες πιέ­σεις, μερικές φορές πολύ σο­βαρές, ὥστε κάποια παιδιά νά φθάνουν καί μέχρι τήν αὐτοκτο­νία, δυστυχῶς αὐξάνειἀνησυχη­τικά καί στήν πατρίδα μας. Ποιός θά μιλήσει στά παιδιά; Εἶναι καί δικό μας χρέος νά τό κά­νουμε γιά νά τά εὐαισθητο­ποιή­σουμε, γιά νά τά προστατεύσουμε καί γιά νά τά προφυλάξουμε. Ἔτσι ἡ κατήχηση γίνεται πραγ­μα­τική ἱεραποστολή, γιατί εἶναι ἡ ἱερή ἀποστολή νά καθοδηγήσουμε τά παιδιά καί τούς νέους μας στήν ἐν Χριστῷ ζωή, ἀλλά συγχρόνως καί νά τά βοηθήσουμε νά σταθοῦν ὄρθια σέ ἕνα κόσμο δύσκολο καί ἀπαιτητικό. Γίνεται ἱεραποστολή, γιατί ἡ κατήχηση δέν εἶναι κή­ρυγμα οὔτε ἀκαδημαϊκό μάθημα δογματικῆς ἤ ἐκκλησιαστικῆς ἱστο­ρίας. Εἶναι μία εὐκαιρία νά βοηθήσουμε τά παιδιά καί τούς νέους μας νά ἐπιτύχουν στή ζωή τους τήν ψυχική καί πνευματική ἰσορροπία πού θά τούς βοηθήσει σέ ὅ,τι καί ἄν κάνουν, ἀλλά καί τήν ἀσφάλεια καί τή σταθερότητα πού χαρίζει στόν ἄνθρωπο ἡ σχέση μέ τόν Θεό καί ἡ ἐμπιστοσύνη του σέ Αὐτόν. Κλείνοντας τίς εἰσαγωγικές αὐ­τές σκέψεις θά ἤθελα νά εὐχαρι­στήσω ἀπό καρδίας τούς δύο δια­κεκριμένους ὁμιλητές μας, τόν ὁμότιμο καθηγητή τῆς Θεολογι­κῆς Σχολῆς τοῦ ΑΠΘ κύριο Μιχα­ήλ Τρίτο, πού θά μᾶς ἀναπτύξει τό θέμα «Τόἱεραποστολικό ἔργο τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ», καί τήν κυρία Δήμητρα Πουτούρη, Ὑπα­στυνόμο Α´, πού θά μᾶς μιλή­σει μέ θέμα: «Οἱ κίνδυνοι τοῦδιαδικτύου γιά τούς ἐφήβους καί τά παιδιά καί πῶς θά προφυλα­χθοῦν». Εὐχαριστῶ ὅμως καί ὅλους ἐσᾶς, τούς κατηχητές καί τίς κατηχή­τριές μας, πού συμμετέχετε στήν Ἡμερίδα τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπό­λεως.

Κοινοποίηση